Πέμπτη 30 Αυγούστου 2012

ΜΙΛΑΝ ΚΟΥΝΤΕΡΑ - ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΓΕΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΛΗΘΗΣ




“Να τι μου έλεγε ο πατέρας μου όταν ήμουν πέντε χρονών: κάθε τονικότητα είναι μια μικρή βασιλική αυλή. Η εξουσία ασκείται από τον βασιλιά (πρώτη βαθμίδα), που πλαισιώνεται από δύο υπασπιστές (πέμπτη και τέταρτη βαθμίδα). Αυτοί οι τρεις έχουν στις διαταγές τους τέσσερις άλλους αξιωματούχους, που ο καθένας τους έχει τη δική του, ιδιαίτερη σχέση με το βασιλιά και τους υπασπιστές τους. Εκτός από αυτούς, η αυλή στεγάζει άλλες πέντε νότες, ή φθόγγους που λέγονται χρωματικές. Σε άλλες τονικότητες κατέχουν σίγουρα θέση στην πρώτη γραμμή, αλλά εδώ είναι απλώς επισκέπτες.
Γιατί καθεμιά από τις δώδεκα νότες έχει τη δική της θέση, το δικό της τίτλο, τη δική της λειτουργία. Το μουσικό έργο που ακούμε δεν είναι σκέτη ηχητική μάζα: αναπτύσσει μπροστά μας κάποια δράση. “




Καμιά φορά τα διαδραματιζόμενα είναι φοβερά συγκεχυμένα (όπως λόγου χάρη στον Μάλερ ή ακόμα περισσότερο στον Μπάρτοκ ή τον Στραβίνσκι), παρεμβαίνουν οι υπασπιστές διαφόρων αυλών, και ξαφνικά δεν ξέρεις πλέον ποια νότα είναι στην υπηρεσία ποιας αυλής., αν δεν είναι κιόλας στην υπηρεσία πολλών βασιλιάδων μαζί.


Aλλά ακόμη και τότε, ακόμα και ο πιο απλός ακροατής μπορεί σε γενικές γραμμές να καταλάβει περί τίνος πρόκειται. Η μουσική, όσο περίπλοκη κι αν είναι, μιλάει την ίδια γλώσσα.


Αυτά μου έλεγε ο πατέρας μου, η συνέχεια είναι δική μου: μια μέρα ένας μεγάλος άνδρας διαπίστωσε πως η γλώσσα της μουσικής, έπειτα από χίλια χρόνια, εξαντλήθηκε, και μοιραία αναμασούσε συνεχώς τα ίδια μηνύματα. Μ’ένα επαναστατικό διάταγμα κατάργησε την ιεραρχία των φθόγγων και τους έκανε όλους ίσους. Τους επέβαλε αυστηρή πειθαρχία, για να μην μπορεί κανείς τους, επικαλούμενος παλιά φεουδαρχικά προνόμια, να εμφανιστεί περισσότερο από άλλον στην παρτιτούρα. Καταργήθηκαν οριστικά οι βασιλικές αυλές και αντικαταστάθηκαν από μία και μοναδική αυτοκρατορία, θεμελιωμένη στην ισότητα που ονομάστηκε δωδεκαφθογγικό σύστημα.


H ηχητικότητα της μουσικής ήταν ίσως ακόμα πιο ενδιαφέρουσα από πριν, αλλά ο ακροατής, που είχε συνηθίσει επί μια χιλιετία να παρακολουθεί τις τονικότηττες με τις ραδιουργίες τους μέσα στις βασιλικές αυλές, άκουγε τώρα έναν ήχο που δεν τον καταλάβαινε. Αλλά και η δωδεκαφθογγική αυτοκρατορία σύντομα εξαφανίστηκε. ‘Επειτα από τον Σαίνμπεργκ ήρθε ο Βαρέζ, κι αυτός κατάργησε όχι απλώς την τονικότητα αλλά και τον ίδιο τον φθόγγο ( τον φθόγγο της ανθρώπινης φωνής και των μουσικών οργάνων), αντικαθιστώντας τον με μια εκλεπτυσμένη και γοητευτική οργάνωση θορύφων, που εγκαινιάζει όμως ταυτόχρονα την ιστορία κάποιου διαφορετικού πράγματος, που βασίζεται σε διαφορετικές αρχές και διαφορετική γλώσσα


O άνθρωπος παρόλο που είναι ο ίδιος θνητός, δεν μπορεί να φανταστεί ούτε το τέλος του χώρου, ούτε το τέλος του χρόνου, ούτε το τέλος της Ιστορίας, ούτε το τέλος ενός λαού, γιατί ζει πάντοτε μέσα σε μια απατηλή απεραντοσύνη. Αυτοί που γοητεύονται από την ιδέα της προόδου δεν αντιλαμβάνονται πως κάθε πορεία προς τα εμπρός φέρνει ταυτόχρονα πιο κοντά το τέλος, και στα χαρούμενα συνθήματα όπως “εμπρός και όλο και πιο μακριά” ακούγεται η λάγνα φωνή του θανάτου, που μας καλεί να βιαστούμε. Την εποχή που ο Άρνολντ Σαίνμπεργκ ίδρυσε τη δωδεκαφθογγική αυτοκρατορία, η μουσική ήταν πιο πλούσια από ποτέ και μεθυσμένη με την ελευθερία της. Από κανενός το μυαλό δεν περνούσε η ιδέα πως το τέλος μπορεί να είναι πολύ κοντά. Καμία κοπωση! Κανένα λυκόφως! Ο Σαίνμπεργκ διακατέχονταν από το πιο νεανικό πνεύμα, το πνέυμα του θράσους. Το ότι επέλεξε τον μόνο δυνατό δρόμο προς τα εμπρός τον γέμιζε με δίκαιη περηφάνια. Η ιστορία της μουσικής τελείωσε με την άνθηση του θράσους και του πόθου. 


Αν είναι αλήθεια πως η ιστορία της μουσικής τελείωσε, τι έμεινε απ’τη μουσική; Η σιωπή; 
Ελάτε τώρα! υπάρχει όλο και περισσότερη μουσική, δεκάδες εκατοντάδες φορές περισσότερη απ’όσο στις πλεον ένδοξες εποχές της. Βγαίνει από τα μεγάφωνα στους δρόμους, απ’τα αφόρητα ηχητικά μηχανήματα στα διαμερίσματα και στα εστιατόρια, απ΄τα τρανζιστοράκια που κρατούν στο χέρι οι άνθρωποι στον δρόμο. 


Ο Σαίνμπεργκ πέθανε, ο Έλλιγκτον πέθανε, αλλά η κιθάρα είναι αιώνια. Η στερεότυπη αρμονία, η τετριμμένη μελωδία, και ο ρυθμός που όσο πιο μονότονος τόσο πιο επίμονος είναι, ιδού τι έμεινε από τη μουσική, ιδού η αιωνιότητα της μουσικής. Σ’αυτούς τους απλούς συνδυασμούς από νότες μπορούν να αδελφωθούν οι πάντες, γιατί μέσα απ’αυτούς η ίδια η ύπαρξη φωνάζει περιχαρής: “εδώ είμαι”. Δεν υπάρχει πιο θορυβώδης και πιο ομόθυμη συμφωνία από την απλή συμφωνία με το είναι. Εδώ ενώνονται Άραβες με Εβραίους και Τσέχοι με Ρώσους. Τα σώματα λικνίζονται στον ρυθμό που υπαγορεύουν οι νότες, μεθυσμένα απ’την επίγνωση πως υπάρχουν. Γι’αυτό κανένα έργο του Μπετόβεν δεν αγκαλιάστηκε με τόσο συλλογικό πάθος όσο το ομοιόμορφα επαναλαμβανόμενο χτύπημα πάνω στην κιθάρα. 


Κάπου έναν χρόνο πριν πεθάνει ο πατέρας μου, κάναμε τον συνηθισμένο μας περίπατο γύρω από το τετράγωνο, και από παντού ακούγαμε τραγούδια. Όσο πιο θλιμμένος ήταν ο κόσμος τόσο έπαιζαν τα μεγάφωνα. Καλούσαν την κατεχόμενη χώρα να λησμονήσει την πίκρα της Ιστορίας και να αφεθεί στην χαρά της ζωής. Ο πατέρας μου σταμάτησε, σήκωσε τα μάτια προς το μηχάνημα απ’όπου ερχόταν ο θόρυβος, κι ένιωσα πως ήθελε να μου εκμυστηρευτεί κάτι πολύ σημαντικό. Έκανε μεγάλη προσπάθεια να συγκεντρωθεί για να μπορέσει να εκφράσει την σκέψη του, κι έπειτα είπε αργά και με δυσκολία: “Η βλακεία της μουσικής”. 


Τι ήθελε να πει με αυτό; ‘Ηθελε να βρίσει την μουσική, που ήταν το πάθος της ζωής του; Όχι. Νομίζω πως ήθελε να μου πει ότι υπάρχει μια αρχέγονη κατάσταση της μουσικής, μια προγενέστερη της ιστορίας της, μια κατάσταση πριν από την πρώτη ερώτηση, πριν από το πρώτο παιχνίδι μ’ένα μοτίβο, μ’ένα θέμα. Σ’αυτήν την αρχέγονη κατάσταση της μουσικής (της μουσικής χωρίς σκέψη) αντανακλαται η ενδιάθετη βλακεία του ανθρώπου. Για να ανυψωθεί η μουσική πάνω από αυτή την πρωταρχική βλακεία, χρειάστηκε η τεράστια προσπάθεια του πνέυματος και της καρδιάς, κι έτσι είδαμε αυτό το μεγαλοπρεπές τόξο να λάμπει πάνω από αιώνες ευρωπαικής ιστορίας και να σβήνει στην κορυφή της τροχιάς του σαν κάλυκας πυροτεχνήματος. 
Η ιστορία της μουσικής είναι θνητή, αλλά η βλακεία της κιθάρας αιώνια. Σήμερα η μουσική γύρισε στην αρχική κατάσταση της. Είναι η κατάσταση μετά την τελευταία ερώτηση, μετά την τελευταία σκέψη, η κατάσταση μετά την ιστορία..........................Αλλά στον πύργο όπου βασιλεύει η σοφία της μουσικής, ο μονότονος ρυθμός της άψυχης κραυγής που μας έρχεται απ’εξω μας γεμίζει καμιά φορά νοσταλγία. Είναι επικίνδυνο να περνάς όλο τον καιρό σου με Μπετόβεν, όπως είναι επικίνδυνες όλες οι προνομιούχες θέσεις.